Συχνότητα ενίσχυσης
|
frequency of reinforcement
|
Βασικός καθοριστικός παράγοντας της πιθανότητας εμφάνισης δράσεων. Αναφέρεται στον αριθμό των ενισχυτικών γεγονότων τα οποία ακολουθούν εκδηλώσεις δράσεων μιας συντελεστικής τάξης σε μια συγκεκριμένη περίοδο.
|
Σχέση ισοδυναμίας (στις διακριτικές λειτουργίες ερεθισμάτων)
|
equivalence relation
|
Φαινόμενο στο οποίο τα διακριτικά ερεθίσματα δύο (ή περισσότερων) διαφορετικών συντελεστικών διακρίσεων υπό τους όρους της συμβατικής αντιστοιχίας ερεθισμάτων έχουν μεταξύ τους ένα (ή περισσότερα) ερεθίσματα-μέλη και οι σχέσεις των ερεθισμάτων χαρακτηρίζονται από το κάθε είδος αναδυόμενων διακριτικών λειτουργιών (δηλαδή από τις σχέσεις ταύτισης, συμμετρίας και μεταβατικότητας), ώστε το κάθε μέλος-ερέθισμα των δύο (ή περισσότερων) πολύπλοκων διακρίσεων να είναι λειτουργικά ισοδύναμο με τα υπόλοιπα.
|
Σχέση μεταβατικότητας ερεθισμάτων
|
transitivity relation ή transitivity
|
Φαινόμενο στο οποίο τα διακριτικά ερεθίσματα δύο διαφορετικών συντελεστικών διακρίσεων υπό τους όρους της συμβατικής αντιστοιχίας ερεθισμάτων έχουν μεταξύ τους ένα κοινό ερέθισμα-μέλος και η σχέση των ερεθισμάτων μεταβιβάζεται και στους καινούργιους συνδυασμούς των ίδιων ερεθισμάτων. Για παράδειγμα, το ερέθισμα-επιλογή Β λειτουργεί ως ΕD διαφορικά κατά την παρουσία του ερεθίσματος Α (ως ΕD(Κ) ) και το ερέθισμα-επιλογή Γ λειτουργε ί ως ΕD διαφορικά κατά την παρουσία του ερεθίσματος Β (ως ΕD(Κ)), οπότε το ερέθισμα-επιλογή Γ λειτουργεί ως ΕD και κατά την παρουσία του ερεθίσματος Α (ως ΕD(Κ)), παρότι η επιλογή του Γ δεν ενισχύθηκε ποτέ κατά την παρουσία του Α.
|
Σχέση συμμετρίας ερεθισμάτων
|
symmetrical relation ή symmetry
|
Φαινόμενο στο οποίο, κατόπιν διαμόρφωσης μιας συντελεστικής διάκρισης υπό τους όρους της συμβατικής αντιστοιχίας του ερεθίσματος-επιλογής με το ερέθισμα-δείγμα, για πρώτη φορά το αρχικό ερέθισμα-επιλογή ED εμφανίζεται στη θέση του ερεθίσματος-δείγματος E D(K) και το αρχικό E D(K) εμφανίζεται στη θέση ενός ερεθίσματος-επιλογής, το οποίο προξενεί (ως ED ) την επιλογή του.
|
Σχέση ταύτισης ερεθισμάτων
|
identity relation
|
Eναλλακτική έκφραση για τη συντελεστική διάκριση υπό τους όρους της αντιστοιχίας ερεθισμάτων, όπου το ίδιο ερέθισμα λειτουργε ίσοδύναμα είτε στη θέση του ερεθίσματος-δείγματος ( E D(K) ) είτε στη θέση του ερεθίσματος-επιλογής, η επιλογή του οποίου ενισχύεται διαφορικά (ED ) κατά την παρουσία αυτού του E D(K) .
|
Σωματοαισθητικό ερέθισμα
|
somatic stimulus
|
Κάθε ερέθισμα που προκαλεί δραστηριότητα στα αισθητήρια των μυών, του δέρματος, των οστών, των τενόντων, των αρθρώσεων, των σπλάχνων και άλλων εσωτερικών οργάνων, το οποίο με το κατάλληλο ιστορικό διαφορικής ενίσχυσης μπορεί να λειτουργεί επίσης ως διακριτικό ερέθισμα. Ένα σωματοαισθητικό ερέθισμα μπορεί να προέρχεται από μέσα ή έξω από το σώμα του ατόμου (π.χ. από την πίεση του δέρματος στο χέρι του όταν πιέζει ένα μοχλό) (πρβλ. με εσωτερικό ερέθισμα, κιναισθητικό (ή ιδιοδεκτικό) ερέθισμα).
|
Τάιμ-άουτ (από τη θετική ενίσχυση)
|
time out (from positive reinforcement)
|
Eυφημιστικός όρος που χρησιμοποιείται στην παιδαγωγική ή θεραπευτική εφαρμογή της αρνητικής τιμωρίας (τιμωρίας μέσω αφαίρεσης) με στόχο τη μείωση της συχνότητας εκδήλωσης μιας μη επιθυμητής μορφής δράσης, συνήθως μέσα από τη φυσική απομάκρυνση του ατόμου από πηγές θετικής ενίσχυσης για κάποια σύντομη περίοδο (EE+: Δ —>EE+) - για παράδειγμα, το να κάθεται ένα παιδί σε μια γωνία μακριά από άλλα παιδιά, από παιχνίδια κ.λπ. Ο όρος υποδηλώνει ότι η διαδικασία αυτή έχει λιγότερες συναισθηματικές και άλλες ανεπιθύμητες παρενέργειες συγκριτικά με τη θετική τιμωρία, άποψη για την οποία δεν υπάρχει εμπειρική απόδειξη. Μακροπρό-θεσμα ωστόσο η διαδικασία του «τάιμ-άουτ» εμπεριέχει και τη θετική τιμωρία, επειδή οι λέξεις και οι φράσεις που διαφορικά προη- γούνται της αφαίρεσης των θετικών ενισχυ- τών (π.χ. «Πήγαινε στη γωνία!» ή «Είσαι σε τάιμ-άουτ!») γίνονται εξαρτημένα αρνητικοί ενισχυτές ( Ε Ε Ε ) που παρέχονται ως άμεσες συνέπειες των μη επιθυμητών μορφών δρά¬ σης (Δ —> ΕΕΕ- ) . Μάλλον η χρήση αυτού του όρου αποτελεί τρόπο φυγής από τους αρνητικούς ενισχυτές οι οποίοι προκύπτουν από τη χρήση δυσάρεστων γεγονότων για τον έλεγχο της συμπεριφοράς αγαπημένων ανθρώπων, με αποτέλεσμα τη μείωση της συχνότητας εκδήλωσης των μεθόδων ελέγχου μέσω της θετικής ενίσχυσης δράσεων ασυμβίβαστων με αυτές. Καλύτερα να «λέμε τα σύκα σύκα και την τιμωρία τιμωρία».
|
Tακτή λεκτική διάκριση
|
tact
|
Λεκτική συντελεστική διάκριση ερεθισμάτων όπου το διακριτικό ερέθισμα ΕD είναι ένα συγκεκριμένο αντικείμενο ή γεγονός ή μια συγκεκριμένη ιδιότητα ενός αντικειμένου ή γεγονότος. Ενισχύεται αυτόματα από τη συμβατική αντιστοιχία μεταξύ αντικειμένου και περιγραφής (π.χ. οι δηλώσεις «Βρέχει» ή «Λείπει»).
|
Τακτικότητα δεδομένων
|
orderliness of data
|
Το επίπεδο της συστηματικότητας μιας παρατηρήσιμης σχέσης μεταξύ επιπέδων των ανεξάρτητων και εξαρτημένων μεταβλητών. Η τακτικότητα των δεδομένων εξαρτάται από το επίπεδο ελέγχου των εξωγενών μεταβλητών.
|
Ταυτόχρονη συσχέτιση ερεθισμάτων
|
simultaneous conditioning (respondent)
|
Συσχέτιση ουδέτερου και προκλητικού ερεθίσματος στην οποία η περίοδος μεταξύ της έναρξης του ΕΟ και του ΕΠ είναι μηδενική. Στην καλύτερη περίπτωση δημιουργεί αδύναμα εξαρτημένα αντανακλαστικά, συνήθως μετά από πολλές συσχετίσεις.
|
Ταυτόχρονο πρόγραμμα ενίσχυσης (ΤΑΥΤ)
|
concurrent schedules (CONC)
|
Σύνθετο πρόγραμμα ενίσχυσης με δύο ή περισσότερα προγράμματα που ισχύουν ταυτόχρονα και ανεξάρτητα, το καθένα για μια διαφορετική μορφή δράσης. Η κάθε μορφή δράσης ενισχύεται κατά την παρουσία ενός σχετικού διακριτικού ερεθίσματος ED και αυτά τα διάφορα ED παρουσιάζονται επίσης ταυτόχρονα. Η ελεύθερη εναλλαγή προγραμμάτων δεν «ακυρώνει» τις δράσεις που εκδηλώνονταν στα άλλα επιμέρους προγράμματα.
|
Ταυτόχρονο πρόγραμμα ενίσχυσης με μορφή αλυσίδας
|
concurrent chain schedules
|
Σύνθετο πρόγραμμα ενίσχυσης με δύο ή περισσότερα προγράμματα που ισχύουν ταυτόχρονα και ανεξάρτητα, το καθένα για μια διαφορετική μορφή δράσης. Η κάθε μορφή δράσης ενισχύεται κατά την παρουσία ενός σχετικού διακριτικού ερεθίσματος ED , και αυτά τα διάφορα ED παρουσιάζονται επίσης ταυτόχρονα στους αρχικούς κρίκους. Το ενισχυτικό ερέθισμα για τη συμπλήρωση ενός από τους δύο αρχικούς κρίκους είναι η πρόσβαση στο πρόγραμμα ενίσχυσης του τελικού κρίκου που αντιστοιχεί σε αυτό, μαζί με το σχετικό διακριτικό του ερέθισμα ED , το οποίο λειτουργεί ενισχυτικά επειδή η ικανοποίηση τω ν απαιτήσεων αυτού του προγράμματος επιφέρει το τελικό ενισχυτικό ερέθισμα της αλυσίδας (π.χ. τροφή). Συνήθως, τα προγράμματα ενίσχυσης στους αρχικούς κρίκους είναι πανομοιότυπα (π.χ. και τα δύο προγράμματα είναι ΜΧΔ 60''), ενώ αυτά των τελικών κρίκων διαφέρουν (π.χ. το ένα είναι ΑΑ20 και το άλλο ΜΑ 20) ώστε η σχετική συχνότητα εκδήλωσης δράσεων στους αρχικούς κρίκους να δείχνει τη σχετική ενισχυτική αποτελεσματικότητα της πρόσβασης στις συνθήκες των τελικών κρίκων (ή, με άλλα λόγια, τη σχετική προτίμηση για τα προγράμματα των τελικών κρίκων).
|
Τελικός κρίκος
|
terminal link
|
Το τελικό πρόγραμμα ενίσχυσης (με το διακριτικό ερέθισμα το οποίο το συνοδεύει) σε ένα σύνθετο πρόγραμμα ενίσχυσης με μορφή αλυσίδας.
|
Τήρηση κανόνων
|
rule-governed behavior ή rule following
|
Συντελεστική διάκριση ερεθισμάτων υπό τους όρους της συμβατικής αντιστοιχίας του ED με το E D(K) , όπου το E D(K ) είναι ένας λεκτικός κανόνας ο οποίος περιγράφει τις συνθήκες στις οποίες ενισχύονται διαφορικά ορισμένες μορφές δράσης και το ED είναι τα ερεθίσματα που παράγονται κατά την εκδήλωση των δράσεων των οποίων οι διαστάσεις αντιστοιχούν συμβατικά σε αυτές. Η συμβατική αντιστοιχία των ερεθισμάτων της δράσης με τις διαστάσεις του κανόνα αποκτά εξαρτημένα ενισχυτική δύναμη όταν γίνεται το πλαίσιο στο οποίο ενισχύονται διαφορικά ορισμένες καταναλωτικές δράσεις.
|
Τιμωρία
|
punishment
|
Γενικός όρος για διαδικαίες στις οποίες οι συνέπειες δράσεων είναι είτε η παραγωγή ενός ερεθίσματος που λειτουργεί ως αρνητικός ενισχυτής (θετική τιμωρία) είτε η αφαίρεση ενός ερεθίσματος που λειτουργεί ως θετικός ενισχυτής (αρνητική τιμωρία ή τιμωρία μέσω αφαίρεσης). Οι διαδικασίες αυτές συχνά μειώνουν την πιθανότητα εκδήλωσης των τιμωρημένων μορφών δράσης, αλλά όχι πάντοτε. Οι τιμωρημένες δράσεις παράγουν επίσης θετικούς ενισχυτές ή/και τερματίζουν αρνητικούς ενισχυτές, οι οποίοι μπορεί να διατηρούν την πιθανότητα εκδήλωσής τους παρά την ταυτόχρονη τιμωρία τους.
|
Υποβολή
|
prompt
|
Διακριτικό ερέθισμα ED ή ΕΔ από μια υπάρχουσα συντελεστική διάκριση ερεθισμάτων που χρησιμοποιείται για τη διευκόλυνση της δημιουργίας μιας καινούργιας διάκρισης, μειώνοντας τον αριθμό των «λαθών», δηλαδή τον αριθμό των παρουσιάσεων του καινούργιου ED στις οποίες μια μορφή δράσης που ενισχύθηκε εκεί δεν εκδηλώνεται, ή/και τον αριθμό των παρουσιάσεων του καινούργιου ΕΔ στις οποίες μια μορφή δράσης που δεν ενισχύεται εκεί εκδηλώνεται. Η υποβολή εξαφανίζεται βαθμιαία, έτσι ώστε από μόνα τους τα καινούργια διακριτικά ερεθίσματα ED και ΕΔ να ελέγχουν τη συχνότητα εμφάνισης των μορφών δράσης που ενισχύονται και δεν ενισχύονται κατά την παρουσία τους (βλ. εκπαίδευση στη συντελεστική διάκριση «χωρίς λάθη»).
|
Υπόδειγμα δράσεων «προσπάθειας-παύσης»
|
run-and-pause response pattern
|
Υπόδειγμα δράσεων το οποίο παρατηρείται συχνά σε προγράμματα αμετάβλητης αναλογίας, όπου υπάρχει μια σχετικά μεγάλη και σταθερή συχνότητα εμφάνισης δράσεων μέχρι την παραγωγή ενίσχυσης («προσπάθεια») και μετά από την ενίσχυση ακολουθεί μια περίοδος στην οποία οι δράσεις που επιφέρουν ενίσχυση δεν εκδηλώνονται καθόλου («παύση») (βλ. παύση κατόπιν ενίσχυσης).
|
Υπόθεση της ομοιομορφίας
|
uniformity hypothesis
|
Βασική υπόθεση όλων των επιστημών, σύμφωνα με την οποία, όταν για πρακτικούς λόγους δεν μπορούμε να παρατηρήσουμε πειραματικά τον καθορισμό ενός φυσικού φαινομένου, υποθέτουμε ότι ο καθορισμός του δεν διαφέρει από εκείνον που έχει παρατηρηθεί σε παρόμοιες πειραματικά ελεγχόμενες συνθήκες· υποθέτουμε δηλαδή ότι ο καθορισμός ενός φυσικού φαινομένου δεν αλλάζει από την αδυναμία μας να τον παρατηρήσουμε σε ορισμένες συνθήκες.
|
Υποθετικές οντότητες
|
hypothetical agents
|
Υποθετικές μονάδες του νου, της ψυχής, του πνεύματος, της προσωπικότητας κ.ά., που συνήθως αντιπροσωπεύουν εμπειρίες ή τάσεις της συμπεριφοράς του ατόμου και θεωρούνται ότι είναι οι άμεσες αιτίες για την εκδήλωση δράσεων.
|
Φάση ανατροπής (φάση Α')
|
reversal phase (phase A')
|
Στο πειραματικό σχέδιο ανατροπής (ΑΒΑ, ΑΒΑΒ κ.ά.), η πειραματική συνθήκη (μετά από τη φάση χειρισμού Β) στην οποία η ανεξάρτητη μεταβλητή αναστρέφεται στο αρχικό της επίπεδο. Η φάση ανατροπής Α' συνεχίζεται μέχρι η συχνότητα εμφάνισης δράσεων σε αυτή την παλαιότερα βιωμένη συνθήκη να είναι σταθερή.
|